- Συρακούσαις
- Συράκουσαa Syracusanfem dat plΣυρᾱκούσαις , Συράκουσαιa Syracusanfem dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ANAPUS — Siciliae fluv. iuxta Syraco paludem exit. Vide de illo Ovid. Fab. 6. l. 5. Met. Hodie accolarum simplicitate, vulgati vocabulô Alfeo dictus. Eius meminit Theocritus Idyl. 1. Ο᾿ν γὰρ δὴ ποταμοῖο μεγαν ῥόον ἐίκετ᾿ Α᾿νάπω. Ovid. Ponticor. l. 2. eleg … Hofmann J. Lexicon universale
ELOPS — I. ELOPS Centauri proprium. II. ELOPS Graece ἔλοψ, piscis magni pretii, cum Acipensere idem esse creditus Apioni Gramm. apud Athen. l. 7. Sed eum incognitum Romanis, ait Ovid. Halieutico fragmento. v. 91. Et pretiosus Helops, nostris incognitus… … Hofmann J. Lexicon universale
προσεδρεύω — Α 1. κάθομαι, παραμένω κοντά σε κάποιον ή σε κάτι («πότερα κατ οἴκους ἢ προσεδρεύων πυρᾱ;», Ευρ.) 2. είμαι αφοσιωμένος σε κάποιον, τόν προσέχω («τῇ θεραπείᾳ τοῡ θεοῡ προσεδρεύειν», Ιώσ.) 3. βρίσκομαι στο πλευρό κάποιου, τόν φροντίζω 4. μένω… … Dictionary of Greek
τις — τι, ΝΜΑ, και κυπρ. τ. και αρκαδ. τ. σις, και θεσσ. τ. αρσ. και θηλ. κις, ουδ. κι, Α (αόρ. εγκλιτ. αντων.) (στη νεοελλ. μόνο ως λόγιος τ.) 1. κάποιος, ένας («καί τις θεὸς ἡγεμόνευεν», Ομ. Οδ.) 2. κάποιος από πολλούς 3. (με περιοριστική ή… … Dictionary of Greek